- γύπες
- (gups).Κοινή ονομασία για διάφορα αρπακτικά ημερόβια πτηνά μεγάλων διαστάσεων. Οι γ. είναι αργοκίνητα και αδηφάγα πουλιά με μικρό κεφάλι, γυμνό γενικά λαιμό, ράμφος μακρύ και γυρισμένο στην άκρη σαν άγκιστρο και με λίγο κυρτά νύχια.
Ο γ. ο τεφρός αιγυπτιός έχει άνοιγμα στις φτερούγες 2 μ., το χρώμα του είναι σκούρο και ζει στην Ασία, στη βόρεια Αφρική και στη νότια Ευρώπη. Στην Ελλάδα συναντάται σε πολλές περιοχές και ονομάζεται μαύρο όρνιολυκόρνιο. Ο γ. ο πυρόχρους έχει άνοιγμα 2,50 μ., το χρώμα του είναι κιτρινοκόκκινο, έχει περιλαίμιο από λευκά φτερά και ζει στις ορεινές περιοχές της Ασίας, της βόρειας Αφρικής και της Ευρώπης· είναι διαδεδομένος κυρίως στη Βαλκανική χερσόνησο, στη Σικελία, στη Σαρδηνία και στην Ελλάδα, όπου ονομάζεται κόκκινο όρνιο. Το πέταγμά του είναι συγκρατημένο και μεγαλοπρεπές. Ο κόνδορας,τυπικό είδος της οροσειράς των Άνδεων, θεωρείται ο γίγας των αρπακτικών: το άνοιγμα στις φτερούγες του φτάνει τα 3 μ. και πετά σε μεγάλα ύψη, πάνω από 6.000 μ. Έχει περιλαίμιο από λευκά φτερά και στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού ένα μεγάλο κόκκινο λοφίο.
Όλοι αυτοί οι γ. τρέφονται με ψόφια ζώα.
Ο γ. οπωγωνίας λευκοκέφαλος είναι το μεγαλύτερο αρπακτικό της Ευρώπης: το άνοιγμα στις φτερούγες του φτάνει τα 2,60 μ. Έχει ισχυρό ράμφος, κάτω από το οποίο κρέμονται φτερά σαν γενειάδα. Παλαιότερα το συναντούσε κανείς συχνά στις δυτικές Άλπεις και στα βουνά των περιοχών της Μεσογείου· τώρα όμως σπανίζει. Στην Ελλάδα εμφανίζεται σε πολλές περιοχές.
Οι γύπες, όπως ονομάζονται διάφορα αρπακτικά ημερόβια πτηνά μεγάλων διαστάσεων, τρέφονται με ψόφια ζώα.
Ο βασιλικός γύπας οφείλει την ονομασία του στα εντυπωσιακά του χρώματα και στις μεγάλες διαστάσεις του· ζει σε πολυπληθείς ομάδες στα τροπικά δάση της Κεντρικής και της Νότιας Αμερικής (φωτ Petri).
Σμήνος γυπαετών γύρω από ένα ψόφιο ζώο (φωτ. Bavaria).
Ο γύπας ο πυρόχρους έχει άνοιγμα 2,50 μ., το χρώμα του είναι κιτρινοκόκκινο γι’ αυτό και στην Ελλάδα, αποκαλείται «κόκκινο όρνιο».
Dictionary of Greek. 2013.